Πέμπτη 3 Νοεμβρίου 2011

Αν είχε ο σκαντζόχοιρος μαξιλάρι θα γίνει και ο Αχιλλέας φίλος μου! 3/11/11

--> --> -->
-->Θα είχε ενδιαφέρον και να παρακολουθώ την ανατροφή ενός σκαντζόχοιρου. ….. άλλο είναι το σημαντικό η νόηση τους θα γίνει πολύ πιο συνειδητοποιημένη ….. είτε την κοπανάς με ένα μαξιλάρι ή δεν ηχεί, δεν αντιδρά σε τίποτα. …

Σήμερα, λέω να σας πω πώς γνώρισα τον φίλο μου το σκαντζόχοιρο.
Μια μέρα, που είχε πολύ ωραίο καιρό, σκέφτηκα να βάψω  το σπίτι μου. Κάποια στιγμή, κουράστηκα κι είπα να σταματήσω, να ξεκουραστώ λιγάκι. Κατέβηκα κάτω και πήγα να καθίσω σ’ ένα σκαμνάκι.
«Ω
ωωχχ…» έβγαλα μια κραυγή μόλις κάθισα και βρέθηκα πεσμένος στο χώμα.
Γυρίζω στο σκαμνί  και τί να δω!  Ένας σκαντζόχοιρος!  «Τί θες εδώ;» του λέω αγριεμένος.

« Δεν φτάνει πού κάθισες επάνω μου, αγριεύεις κι από πάνω», μου απάντησε ό σκαντζόχοιρος. «Και τι θα πει τι θέλω; Βγήκα να βρω φαΐ για τα παιδιά μου και να κάνω καμιά βόλτα».
«Με συγχωρείς,  που  κάθισα πάνω σου»,  του είπα, «πάμε μαζί βόλτα;» τον ρωτάω.
«Και δεν πάμε», μου λέει ό σκαντζόχοιρος.

Αφού κάναμε, λοιπόν, μια μικρή βόλτα, καθίσαμε σ’ ένα ζαχαροπλαστείο για να τον κεράσω κάτι. Εκεί, όμως, που ετοιμαστήκαμε να φάμε το γλυκό μας, να ‘σου ένας κύριος που με ρωτάει αν μπορεί να καθίσει μαζί μου γιατί δεν έχει άλλο άδειο τραπεζάκι, και πριν προλάβω να του πω ότι στην καρέ­κλα ήταν ο σκαντζόχοιρος που δεν τον είχε δει,  εκείνος κάθισε αμέσως και: «Ουάου…»,  άφησε μια κραυγή και πετάχτηκε στον αέρα. Πήρα τον φίλο μου τον σκαντζόχοιρο κι  έφυγα όσο πιο γρήγορα μπορούσα.
Πήγαμε σ’ ένα πάρκο που ήταν εκεί κοντά και καθίσαμε κι οι δυο σ’ ένα παγκάκι. Είμαστε πολύ στενοχωρημένοι μ’ αυτό πού έγινε και καθόμαστε σκεφτικοί. Κι  εκεί πού καθόμαστε να  ‘σου κι  ένα παιδάκι πού κρατούσε ένα μπαλόνι, κι ερχόταν να κάτσει στο παγκάκι.

«Πρόσεχε παιδί μου» του φωνάζω, «μην πλησιάσεις το σκαντζόχοιρο γιατί μπορεί
 να σκάσει το μπαλόνι σου και να τρυπη­θείς κι  ο  ίδιος».
Γυρνάω να πω στο σκαντζόχοιρο να προσέχει, αλλά το παγκάκι ήταν άδειο. «Μπα! Πού να πήγε», λέω κι άρχισα να ψάχνω.
Κάποια στιγμή εκεί που έψαχνα, ακούω κλάματα. Κοιτάζω καλύτερα και βλέπω το φίλο μου το σκαντζόχοιρο να κλαίει.
Έγινα μικρός και τον πλησίασα. «Τι έχεις» τον ρωτάω.
«Δεν μ’ αρέσει να κάνω τον κόσμο να πονάει. Τρύπησα εσένα, τρύπησα τον κύριο στο ζαχαροπλαστείο και πριν λίγο σ’ άκουσα να λες στο παιδάκι να προσέχει μην το τρυπήσω.  Δεν αισθάνομαι καλά. Νομίζω πως πρέπει να πάω σε σκαντζοχοιροψυχοαναλυτή. Νοιώθω τρομερές ενοχές γι’ αυτό που είμαι. Θέλω να φανώ χρήσιμος σε κάποια άνθρωπο».
«Ε, λοιπόν, πάμε στη θεια μου την
  Ελένη, τη μοδίστρα», του λέω «κι εκεί κάτι μπορεί να καταφέρεις».
Σε λίγο έφτασα στο σπίτι της Θείας μου της Ελένης. «Κοίτα τι σου έφερα», της λέω, κι αφήνω το σκαντζόχοιρο στο τραπέζι.

«Ά, τί ωραία»,  φώναξε εκείνη, «μαξιλαράκι για καρφίτσες». Και πριν προλάβω να της πω ότι δεν είναι μαξιλαράκι για καρφίτσες, αλλά της τον έφερα για μπιμπελό, εκείνη απλώνει το χέρι της στο σκαντζόχοιρο  κρατώντας μια καρφίτσα, και του την μπήγει στην πλάτη. «Ωχ», βάζει μια φωνή ο σκαντζόχοιρος αυτή τη φορά, μόλις ένοιω­σε το τσίμπημα. «Πάμε να φύγουμε από ‘δω.  Είπαμε να φανώ χρήσιμος», μου λέει ό σκαντζόχοιρος, «αλλά όλα έχουν ένα όριο! Όχι κι έτσι! Με βρήκατε μικρό και με παιδεύετε»!
«Έχεις δίκιο», του λέω, «αλλά δεν την πρόλαβα». Σε λίγο βρεθήκαμε καθιστοί στα σκαλάκια του σπιτιού της θείας μου. «Αχ, τί να κάνω τώρα; Θέλω μια φορά να κάνω κάτι για έναν άνθρωπο».
«Έλα», του λέω χαμογελώντας πονηρά, «κάτι σκέφτηκα. Θα πετάξουμε σε μια μακρινή χώρα στις Ινδίες,  κι εκεί θα δεις ότι μπορείς  να είσαι χρήσιμος. Έτσι θα σου φύγουν όλες οι ενοχές που τσίμπησες  ανθρώπους, γιατί αν συνεχίσεις έτσι θα σου πέσουν όλα τα αγκάθια από την πλάτη σου και θα μείνεις… φαλακρός!»


Σε λίγο έφτασα πετώντας στις  Ινδίες, με το σκαντζόχοιρο στην πλάτη μου, και έψαχνα να βρω κανέναν φακίρη, πράγμα που δεν άργησε και πολύ να γίνει.



«Σας παρακαλώ, κύριε  φακίρη», του λέω, «εσείς που έχετε μάθει να ξαπλώνετε σε κρεβάτια με καρφιά αντί για στρώμα, μήπως μπορείτε να κάνετε σκαμνάκι το φίλο μου τον σκαντζόχοιρο από ‘δω και να κάτσετε  επάνω του;»
«Χα, χα, χα… Σκαμνάκι από σκαντζόχοιρο! Δεν το έχω δοκιμάσει ποτέ αυτό», είπε, κι αμέσως κάθισε με όλο του το βάρος πάνω στον σκαντζόχοιρο.  «Ααααχ… Τι ωραία»!» Έκανε ο φακίρης, σαν να καθόταν πάνω σε μαξιλάρι από πούπουλα, κι ένα χαμόγελο ευτυχίας ζωγραφίστηκε στο πρόσωπό του!


«Είδες» λέω στον σκαντζόχοιρο, «ότι υπάρχουν άνθρωποι πού δεν τους πονάς και τους είσαι και χρήσιμος»;
«Θα μου τον αφήσετε για σκαμνάκι», με ρώτησε με λαχτάρα ο φακίρης.
«Α, όχι», είπα εγώ, «τον περιμένουν η γυναίκα του και τα παιδάκια του». Κι ο φακίρης ανασηκώθηκε λυπημένος. Πήρα τον σκαντζόχοιρο  και φύγαμε. Κι όταν γυρίσαμε πίσω στο σπίτι μου, μου λέει: «Αχ, ξαλάφρωσα. Παραμυθά, είσαι αληθινός φίλος».
Κι  από τότε, ο σκαντζόχοιρος κι  εγώ γίναμε δύο καλοί φίλοι.
Καλό βράδυ.



-->

Αν είχε ο σκαντζόχοιρος μαξιλάρι θα γίνει και ο...φίλος! http://youtu.be/JCDL5Axe0kY

 




-->
Διαβάστε κι αυτά, είναι σχετικά:
Σχετικοί Δικτυακοί Τόποι: 

 

-->
Προβάλλετε ή σχολιάστε την ανάρτηση
 Σχόλιο που έχει ταυτότητα χρήστη δημοσιεύεται χωρίς λογοκρισία, αρκεί πάντα η κριτική αυτή να είναι κόσμια.

Ζητώ την κατανόηση σας!!!  Από τους ανώνυμους χρήστες, οι οποίοι ως συνήθως αβασάνιστα και χωρίς προσωπικό κόστος γίνονται αμετροεπείς υβριστές.