Κυριακή 27 Ιουνίου 2010

Νομίζω, πως αν χρειαζόταν να δώσω σε κάτι, ένα όνομα, θα το βάφτιζα απλώς, dark blue.



26 Ιουνίου 2010
Μια συνάδελφος της Φίλης μου είπε με χαρά: ‘’Φιλέ μου, πάμε να πιούμε ένα κρασί! Γενέθλια! Έζησα 40 χρόναι!’’…… Έζησα 40 χρόνια … Η Δωρεά της Θειας Χάρης!
Κύριε γένοιτο το έλεος σου επ’ εμέ, καθάπερ ήλπιζα επί σε…’’
26η Ιουνιου 1970 …40 χρόνια Ζωής… 40 χρόνια γενέθλια… 
Έζησα 40 χρόνια … Η Δωρεά της Θειας Χάρης! 



Με λένε Χρήστο και είμαι (40) χρονών από σήμερα το πρωί. Μου αρέσει πολύ το μπλε χρώμα και από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου όλα γύρω μου ήθελα να τα βάφω μπλε. Όταν πήγαινα σχολείο ήμουν πανευτυχής μέσα στη σχολική ποδιά μου, και δεν καταλάβαινα με τίποτα πώς μπορούσαν να παραπονιούνται οι συμμαθητές μου για αυτή την όμορφη στολή μας. Όταν ζωγράφιζα στο μπλοκ μου χρησιμοποιούσα όλες τις μπογιές σε μπλε αποχρώσεις που είχα στην κασετίνα μου και καμιά φορά δανειζόμουν κάποια επιπλέον από τη μικρότερη αδελφή μου, που είχε ένα πλήρες σετ ζωγραφικής και πολύ περισσότερα μολύβια και μπογιές από μένα. Οι ζωγραφιές μου ήταν πάντα γεμάτες μπλε σύννεφα, τουρκουάζ λουλούδια, γαλάζιους ανθρώπους, καταγάλανες λίμνες και φανταστικές θάλασσες που θύμιζαν βαζάκια με κοβάλτιο.




Μεγαλώνοντας η μανία μου φούντωνε όλο και περισσότερο. Τα ρούχα που αγόραζα ήταν όλα μπλε. Γεμάτες οι ντουλάπες και τα συρτάρια μου. Τα σεντόνια μου ήθελα να είναι αποκλειστικά και μόνο μπλε μιας και σκεφτόμουν πως όταν ξάπλωνα πάνω τους ήταν σα να έπεφτα σε θάλασσα, και τα ταξίδια είναι κάτι που λατρεύω, ειδικά στο νερό.




Παρατηρούσα τα πουλιά που πετούσαν ελεύθερα στο γαλάζιο ουρανό και ένιωθα ένα αίσθημα απερίγραπτης ευτυχίας απλώς και μόνο με τη σκέψη πως, πιθανότατα, αυτή την ελευθερία και τη χάρη στην κίνησή τους δεν θα την είχαν αν ο ουρανός ήταν βαμμένος με οποιοδήποτε άλλο χρώμα.



Τα βιβλία που διάβαζα τα έντυνα πάντοτε με προστατευτικό μπλε χαρτί και, για να τα ξεχωρίζω, στη ράχη τους σημείωνα τον τίτλο και το συγγραφέα. Τα όνειρά μου ήταν μπλε και κάπως έτσι φανταζόμουν μέχρι και το φως του παραδείσου.

Στην εφηβεία μου άκουγα όλα τα τραγούδια που στους τίτλους τους είχαν τη λέξη «μπλε» και όσα συγκροτήματα είχαν αυτή τη μαγική λέξη στο όνομά τους γίνονταν αμέσως τα αγαπημένα μου. Αυτό με βοήθησε να εξερευνήσω διάφορα είδη μουσικής, συνήθως εντελώς διαφορετικά κι αταίριαστα μεταξύ τους. Αυτό όμως δεν με εμπόδιζε να ικανοποιώ την προτίμησή μου και να την αφήνω να με καθοδηγεί όπου ήθελε η τύχη και τα γαλάζια της ενδεχόμενα.
Η πρώτη φορά που επισκέφτηκα ένα μουσείο ήταν όταν κάναμε με τους φίλους μου μια εκδρομή στο Παρίσι κι επισκεφτήκαμε το Μουσείο Πικάσο.





Όταν αντίκρισα τους θεσπέσιους πίνακες της μπλε περιόδου νόμισα πως έμπαινα μέσα σε ένα ζαλιστικό όνειρο. Ο φόρτος συναισθημάτων που αναδύονταν μέσα από τις αποχρώσεις του αγαπημένου μου χρώματος, όλοι εκείνοι οι ακροβάτες, οι αρλεκίνοι, οι μπαλαρίνες και οι πόρνες, οι ζητιάνοι κι οι καλλιτέχνες άνοιξαν μεμιάς μπροστά στα μάτια του τις πύλες του παραδείσου.




Βγαίνοντας από το μουσείο είχα για πολλές ώρες την αίσθηση πως η όρασή μου είχε βαφτεί γαλάζια και τα πάντα γύρω μου αντανακλούσαν τη λάμψη των χρωμάτων από κάθε πίνακα που είχα αντικρίσει.
Οι δεσποινίδες της ΑΒ



Έφυγα μαγεμένος από το Παρίσι και ομολογώ πως παρόμοια συγκίνηση ένιωσα μόνον όταν επισκέφτηκα το Μουσείο Βαν Γκογκ στο Άμστερνταμ όπου συνάντησα τον πιο βαθύ μπλε νυχτερινό ουρανό που θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί άνθρωπος.



Τότε κατάλαβα τι ακριβώς εννοούσε ο Ολλανδός καλλιτέχνης λέγοντας πως ποτέ του δεν είχε δυσκολευτεί να εκφράσει τη λύπη και την απόλυτη μοναξιά με τη βοήθεια των πινέλων του. Οι ουρανοί του ήταν μαγικά βασίλεια σιωπής και γαλήνης που ταυτόχρονα μου δημιουργούσαν μια ανατριχιαστική αίσθηση ανησυχίας που έμοιαζε με παγωμένο φύσημα του αέρα στη ραχοκοκαλιά μου. Κοιτάζοντάς τους ένιωθα την απεραντοσύνη του σύμπαντος και διέκρινα ακόμα πιο έντονα τη λάμψη των αστεριών.

Ο πίνακας βρίσκεται στο Μουσείο Βαν Γκογκ στο Άμστερνταμ.



Ακολούθησαν ο Μανέ, ο Φερμήρ, ο Μπος, ο Γκογκέν, ο Βελάσκεθ. Σε κάθε πίνακα που αντίκριζα, το χρώμα που δέσποζε στα μάτια μου ήταν φυσικά το μπλε, και όσες φορές διέκρινα μια επιμονή του καλλιτέχνη στο χειρισμό του λατρεμένου χρώματος τόσο πιο πολλά ήθελα να μαθαίνω για κείνον.
Ο Εντουάρ Μανέ


Το Μουσείο Ορσέ


Πρόγευμα στη Χλόη (1863)






ο Φερμήρ



ο Μπος
Πιθανό πορτραίτο του Ιερώνυμου Μπος


H τελική κρίση - έργο του Ιερώνυμου Μπος.


Ο κήπος των επίγειων απολαύσεων (μεσαίο φύλλο)



ο Γκογκέν
Π. Γκωγκέν, Αυτοπροσωπογραφία (1893). Λάδι σε καμβά, 45 εκ x 38 εκ. Μουσείο του Ορσέ, Παρίσι


Ενα από τα έργα «Ποτέ πια», που δημιούργησε ο Πολ Γκογκέν το 1897 στην Ταϊτή




ο Βελάσκεθ
O Ντιέγο Βελάθκεθ Αυτοπροσωπογραφία (1643)



Φίλιππου Δ' και του κόμη ντε Ολιβάρες, οι οποίες θα διακοσμούσαν την Αίθουσα των Βασιλείων του ανακτόρου. Ολοκλήρωσε επίσης τον πίνακα Παράδοση της Μπρέντα (1634-35)




Η ενασχόλησή μου με τη ζωγραφική συνεχίστηκε για πολλά χρόνια, και κάθε φορά που ανακάλυπτα μία καινούρια απόχρωση του μπλε ένιωθα πως κατάφερνα να βαδίσω λίγο πάρα πάνω στον ανεξάντλητο κόσμο του βασιλιά των χρωμάτων. Το επόμενο βήμα μου ήταν να βάψω τα μαλλιά μου μπλε. Εκείνη την ημέρα η κομμώτρια είχε εκπλαγεί. Θυμάμαι πως με είχε κοιτάξει σαν να ήμουν από άλλο πλανήτη όταν κάθισα στην πολυθρόνα και της ζήτησα να βάψει τα κοντοκουρεμένα μου μαλλιά σε μια απίθανη μπλε ελεκτρίκ απόχρωση . Η αλήθεια είναι πως η εμφάνισή μου δεν έχει τίποτα το εξεζητημένο. Ντύνομαι σχεδόν πάντα στα μπλε και ενίοτε στα μαύρα.




Βγαίνοντας από το κομμωτήριο είχα το πιο όμορφο χρώμα μαλλιών που έχω συναντήσει ποτέ σε άνθρωπο. Νομίζω πως είχα καταφέρει να μοιάσω αρκετά στη Τζιλ, το κορίτσι-κλειδί σε όλα τα έργα του Ένκι Μπιλάλ, ο οποίος είναι και ο αγαπημένος μου σκιτσογράφος και δεδηλωμένος εραστής του ανυπέρβλητου χρώματος.
Την πιο έντονη ερωτική μου περιπέτεια την έζησα με την Μαρία, μια ντισκ τζόκεϊ που έπαιζε περιστασιακά μουσική στο Ντεκαντάνς, που εκείνο τον καιρό ήταν το αγαπημένο μου στέκι. Όταν κατέβαινα στο υπόγειο του μαγαζιού και καθόμουν στα σκαλάκια, λίγο πιο πέρα από το μικρό δωματιάκι όπου στοίβαζε τους δίσκους και τα μηχανήματα της τις νύχτες, χανόμουν με μιάς στις υπέροχες μουσικές της και στο γαλάζιο βλέμμα της, που μέσα στο σκοτάδι φάνταζε σαν τρικυμισμένος ωκεανός. Το αγαπημένο μου τραγούδι εκείνη την εποχή ήταν το Μπλου Βάλεντάιν, του Τομ Γουέιτς, το οποίο η καλή μου μού αφιέρωνε κάθε φορά που πήγαινα να τον ακούσω.




Αυτό το κοριτσι ήταν παράξενο. Ήταν Υδροχόος, και μάλιστα πολύ περήφανη που τα χρώματα του πλανήτη της ήταν όλες οι ηλεκτρικές αποχρώσεις του μπλε. Ζούσε σε ένα σπίτι βαμμένο σκούρο μπλε, σχεδόν μαύρο, κατασκότεινο και σχεδόν άδειο από έπιπλα. Έλεγε πως αυτό το χρώμα, που το είχε πετύχει μόνη της προσθέτοντας μαύρο χρώμα σε ένα κουτί απλής γαλάζιας λαδομπογιάς, ευνοούσε τη δημιουργικότητά της και την ηρεμούσε απόλυτα. Δεν δεχόταν με τίποτα πως το μπλε εκφράζει απελπισία, μοναξιά ή απογοήτευση. Μέσα της έβρισκε γαλήνη, έλεγε πως το χρώμα αυτό την χαλάρωνε και την θεράπευε από το άγχος της ημέρας. Θυμάμαι πως όταν μαγειρεύαμε μαζί μας άρεσε να κάνουμε χημικά πειράματα με χρωστικές ουσίες που έβαφαν το πιλάφι γαλάζιο και τη σαντιγί αιγυπτιακό μπλε και σε κάθε μας ποτό μερικές σταγόνες Κουρασάο αρκούσαν για να δώσουν στο όποιο διάφανο υγρό μια ουράνια απόχρωση ευδαιμονίας. Ταυτόχρονα υποστήριζε πως το αγαπημένο μας χρώμα είναι εκείνο που κάνει τον άνθρωπο πιο πρόθυμο να ρισκάρει στη ζωή του, και αυτό μας έδινε μια αίσθηση ελαφρότητας και μας παρότρυνε να δοκιμάζουμε καινούρια πράγματα. Επίσης έλεγε πως το μπλε βοηθά να αφομοιώνουμε καλύτερα τη γνώση και να συγκεντρωνόμαστε σε κάτι με πολύ μεγαλύτερη ευκολία. Έτσι, περνούσαμε βράδια ολόκληρα αποστηθίζοντας ποιήματα του Μπωντλέρ και του Ρεμπώ, πίνοντας γαλάζια ποτά και γεμίζοντας το χώρο με γκριζογάλανες τολύπες καπνού. Μερικές φορές μου αγόραζε λουλούδια και πάντα φρόντιζε να είναι ανεμώνες ή μπλε «μη με λησμόνει», που στο σκοτάδι ευωδίαζαν λάμποντας με το πιο βαθύ χρώμα που υπήρχε στο χώρο. Χωρίσαμε όταν αποφάσισε να μετακομίσει στην Ισλανδία γιατί, όπως έλεγε, εκεί το φως της μέρας έχει την πιο όμορφη κυανή απόχρωση και η νύχτα είναι λουσμένη με ένα μόνιμο μπλε ίντιγκο.
Η επόμενη σχέση μου ήταν με την Εύα, η οποία ντυνόταν πάντα με ρούχα μπλε της αεροπορίας και συνήθιζε να με πηγαίνει για καφέ στο αεροδρόμιο, όπου θαυμάζαμε με τις ώρες τα αεροπλάνα να χάνονται πίσω από τα γαλανόλευκα σύννεφα και να αφήνουν παχιές λωρίδες στον ουρανό όταν η μέρα ήταν καλοκαιρινή. Τα μάτια της είχαν ένα παράξενο μπλε πράσινο χρώμα, κι έμοιαζαν με χάντρες. Όταν την παρατηρούσα από το πλάι να κοιτάζει τον κόσμο σκεφτόμουν πως οι ακτίνες του φωτός που διέσχιζαν αυτές τις υπέροχες κόρες έμοιαζαν με ακτίνες λέιζερ βγαλμένες από ηλεκτρονικό παιχνίδι.





Ένα απόγευμα που περπατούσαμε προς το Μακεδονία έβγαλε από την τσέπη της ένα τουρκουάζ φυλαχτό, μια μικροσκοπική πέτρα δεμένη με ασήμι, και μου το πέρασε στο λαιμό. Μου είπε πως, σύμφωνα με κάποιο ινδιάνικο μύθο, αυτός ο λίθος προστάτευε από το κακό μάτι και έφερνε τύχη. Έμοιαζε με μικρό ματάκι αλλά είχε πιο ανοιχτό χρώμα από τη συνηθισμένο των γουριών. Εκείνη την ημέρα φορούσα ένα φανελάκι μπλε Κολούμπια και καθώς το μενταγιόν ακούμπησε στο στήθος μου αισθάνθηκα πως η αρμονία των αποχρώσεων ήταν από μόνη της ένα αυτόνομο παντοδύναμο γούρι. Η ευτυχία μου ήταν ανείπωτη, ένα γαλάζιο συννεφάκι ευτυχίας για τα τόσα κοινά σημεία μας καθώς και για την τύχη που μας είχε ενώσει. Η Εύα έφυγε λίγους μήνες μετά τη σκηνή με το γούρι αφήνοντάς με με σχεδόν σακατεμένο πρόσωπο από κάποια έκρηξη βίας που δεν κατόρθωσε να ελέγξει. Είναι αλήθεια πως τόσους μήνες ηδονιζόταν όχι μόνο με τα μπλε αντικείμενα αλλά και με τις μελανιές στο ανθρώπινο σώμα. Μέχρι τότε το βίτσιο της ήταν ελεγχόμενο, όσο περνούσε όμως ο καιρός η Εύα έχανε σιγά σιγά κάθε αυτοκυριαρχία κι αναζητούσε όλο και καινούριες αποχρώσεις του μπλε πάνω στην ανθρώπινη παλέτα του ταλαιπωρημένου μου κορμιού. Μια μέρα ξεπέρασε τα όρια και κόντεψε να με σκοτώσει κυριολεκτικά. Αυτή ήταν και η τελευταία φορά που την είδα, την θυμόμουν όμως κάθε φορά που κοιταζόμουν στον καθρέφτη και χάζευα τις μπλε μαβιές κηλίδες που με στόλιζαν κατά τόπους και καθώς περνούσε ο καιρός με πονούσαν όλο και λιγότερο.
Αρκετά χρόνια μετά ζω μόνος μου στο σπιτη μου, όπου κάθε δωμάτιο είναι βαμμένο σε διαφορετική απόχρωση του αγαπημένου χρώματος. Ζωγραφίζω, ράβω μόνος μου τα ρούχα μου, μαγειρεύω με χρωστικές ουσίες, κοιμάμαι σε μικρές θάλασσες. Πρόσφατα απέκτησα ένα μικρό μπλε marin ποδήλατο 240,00 Ευρώ με το οποίο περιπλανιέμαι σε πάρκα και κήπους προς άγραν λουλουδιών και εικόνων.

Αμνησία είναι να μην ξέρεις ποιος είσαι και να θέλεις απελπισμένα να το ανακαλύψεις. Ευφορία είναι να μην ξέρεις ποιος είσαι και να μην σε νοιάζει. Έκσταση είναι να ξέρεις πολύ καλά ποιος είσαι αλλά και πάλι να μην σε νοιάζει.

Φωτογραφία το ποδήλατο μου, μπλε Marin 240,00 Ευρώ


Ο κήπος & οικία μου με 300 είδη λουλουδιών και 45 διαφορετικά δενδράκια....!!!!!
....................................................................................


Μου αρέσει πολύ η φύση και οι ατελείωτες ευκαιρίες που μου προσφέρει. Την πόλη δεν την αντέχω για πολύ. Στο κέντρο μου αρέσει μόνο να χαζεύω τις βιτρίνες των μαγαζιών και να παρατηρώ τα βιομηχανικά μπλε χρώματα που έρχονται κάθε τόσο στη μόδα καθώς και τις αποχρώσεις του ανυπέρβλητου χρώματος στα καλάθια των ανθοπωλείων. Μια μέρα εντυπωσιάστηκα από ένα μπουκέτο σκούρα μπλε τριαντάφυλλα, μα η απογοήτευσή μου ήταν τεράστια όταν ο ανθοπώλης μου αποκάλυψε πως το χρώμα ήταν τεχνητό. Εκείνη τη στιγμή τα τριαντάφυλλα μου φάνηκαν τερατώδη. Τότε κατάλαβα πως μια μετάλλαξη του έρωτά μου για το μπλε χρώμα ήταν έτοιμη να εκδηλωθεί και είχε άμεση σχέση με την ίδια την ποιότητα του χημικού χρώματος πάνω στα πάλαι ποτέ ζωντανά πέταλα του τριαντάφυλλου που είχα αγγίξει.
Η υποψία μου επιβεβαιώθηκε λίγες βδομάδες μετά, μαζί με ένα συνταρακτικό γεγονός που με σημάδεψε για πάντα. Ταυτόχρονα, κατέληξα και σε μια απίστευτη διαπίστωση, η οποία αρχικά με τρόμαξε, όσο περνά όμως ο καιρός συμφιλιώνομαι όλο και περισσότερο μαζί της αναγνωρίζοντας την υπεροχή του πάθους μου ενάντια σε κάθε λογική.
Μέχρι σήμερα λοιπόν η πιο έντονη επαφή με το αγαπημένο μου χρώμα ήταν την ημέρα που με κάλεσαν στο νεκροτομείο για να αναγνωρίσω το πτώμα του καλύτερου μου φίλου, του Σίμο, όταν συνέβη εκείνο το τραγικό αυτοκινητιστικό και τον έβγαλαν νεκρό από τα συντρίμμια, αρκετές ώρες μετά. Συγγενείς δεν είχε, ήμουν ο μοναδικός του φίλος στην πόλη και εννοείται πως έσπευσα να τον δω.

Για το δύσκολο τέλος


Θερμά συλλυπητήρια


Ο Σίμος είχε πεθάνει από ασφυξία, σφηνωμένος ανάμεσα στα συντρίμμια του παλιού Σιτροέν του που είχε καταπλακωθεί από μια νταλίκα σε κάποια στροφή της εθνικής οδού. Μέχρι να ειδοποιηθεί ασθενοφόρο και να μεταφερθεί στο νοσοκομείο, ήταν ήδη πολύ αργά. Ομολογώ λοιπόν πως συγκλονιστικότερο μπλε από αυτό του νεκρού σώματος δεν υπάρχει πουθενά στη φύση. Ειδικά το μπλε της ασφυξίας νομίζω πως είναι ένα ανεπανάληπτο χρώμα, απαύγασμα της υπέρτατης ικανότητας της φύσης να αγγίζει και να υπερβαίνει την τελειότητα της όποιας ανθρώπινης πράξης. Νομίζω μάλιστα πως αν χρειαζόταν να του δώσω ένα όνομα θα το βάφτιζα απλώς dark blue.Χρήστος Α. Κατσαρός


Ημέρα των σαράντα (40) χρόνων γενεθλίων μου 26 Ιουνίου 2010 αφιερωμένο στην 9 Χρόνη κόρη μου που έχω να δω από 23 Σεπτέμβριου του 2005 Ανδριάνα

 ΄΄Αγαπημένη μου κόρη Ανδριάνα! Έζησα 40 χρόνια γενέθλια! Έζησα 40 χρόνια! ΄΄  Η Δωρεά της θειας Χάρης!
 Κύριε γένοιτο το έλεός σου επ' εμέ, καθάπερ ήλπισα επί σε..."
26η Ιουνίου 1970 ... 40 Χρόνια Ζωής... 40 χρόνια Γενέθλια...

...................................................................................................................................................................................................................................................................




dark blue.



Μέσα στο απέραντο γαλάζιο!!! Inside the blue!
 Ένα ταξίδι με ιστιοπλοϊκό οπουδήποτε/αρκετές μέρες! http://youtu.be/kbxyCs8ViSo

Αυτά για τις τρεις μεγάλες σχέσεις μου, και για τους δυο μεγάλους έρωτες μου στο παρακάτω σύνδεσμο που σας παρακαλώ θερμά να διττέ:
Κυριακή, 25 Δεκεμβρίου 2005
Δύο καρδιές που γνωρίζονται και κάνουν σχέση, οι οποίοι όμως έχουν πολύ μεγάλη διαφορά ηλικίας.
http://christoskatsaros.blogspot.com/2005/12/blog-post.html